Η πρόσφατη ανάρτηση προς διαβούλευση, σχεδίων Προεδρικών Διαταγμάτων που αφορούν στα επαγγελματικά δικαιώματα ΑΕΙ-ΤΕΙ καθιστά επίκαιρο και πρωτεύον ζήτημα για τον τεχνικό κόσμο το θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των Διπλωματούχων Μηχανικών (αποφοίτων Πολυτεχνικών Σχολών), των Τεχνολόγων Μηχανικών (αποφοίτων TEI) αλλά και των αποφοίτων άλλων βαθμίδων της τεχνικής κατεύθυνσης.
Τα αναρτηθέντα σχέδια Προεδρικών Διαταγμάτων προκαλούν μεγαλύτερη ακόμα αναστάτωση και ανοίγουν, δυστυχώς, μέτωπα αντιπαράθεσης μεταξύ Πολυτεχνείων και ΤΕΙ, κάτι πραγματικά απευκταίο δεδομένης της σημερινής κρίσιμης κατάστασης στο χώρο της παιδείας αλλά και της αγοράς.
Η θέσπιση επαγγελματικών δικαιωμάτων για κάθε επίπεδο τεχνικής εκπαίδευσης είναι απαραίτητη και δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα εχθρικά σε σχέση με τους πτυχιούχους των ΤΕΙ, οι οποίοι στους περισσότερους τομείς είναι συνεργάτες των Διπλωματούχων Μηχανικών. Ωστόσο, πρέπει να καταστήσουμε την αντίθεσή μας στη βασική λογική των σχεδίων Π.Δ., η οποία οδηγεί εν πολλοίς στην εξομοίωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ και των Διπλωματούχων Μηχανικών, ισοπεδώνοντας γνωστικά επίπεδα και επαγγελματικά προσόντα.
Σταθερή άποψη, στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης στο χώρο της τεχνικής παιδείας, αποτελεί η διαμόρφωση ενός αυστηρά καθορισμένου και αναγνωρισμένου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες για όλους τους Διπλωματούχους Μηχανικούς, Πτυχιούχους ΤΕΙ και αποφοίτους άλλων βαθμίδων της Τεχνικής Εκπαίδευσης. Βασικές αρχές του πλαισίου αυτού πρέπει να αποτελούν:
• Η αναγνώριση διακριτών δικαιωμάτων με βάση το περιεχόμενο, το αντικείμενο και τη διάρκεια του προγράμματος σπουδών.
• Η εφαρμογή της αρχής ότι «Άνισες σπουδές δε μπορούν να παρέχουν ίσα Επαγγελματικά Δικαιώματα», σε συμφωνία και με σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ.
• Η αναγνώριση της αναμφισβήτητης διαπίστωσης ότι οι ανάγκες παραγωγής Τεχνικών Έργων απαιτούν την ύπαρξη κατακόρυφης πυραμίδας μεταξύ Διπλωματούχων Μηχανικών, πτυχιούχων Τεχνολόγων Μηχανικών ως μηχανικών εφαρμογής και Εργοδηγών αποφοίτων δευτεροβάθμιας ή μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΚΕΣ, Κολεγίων).
• Η διαβάθμιση της τεχνικής ευθύνης βάσει προσόντων, για την εξασφάλιση ενός επιπέδου τεχνικής ευθύνης η οποία θα εξασφαλίζει την ασφάλεια την ποιότητα και την αξιοπιστία των τεχνικών έργων.
• Η διασφάλιση του ρόλου του ΤΕΕ, ως μοναδικού τεχνικού επιμελητηριακού φορέα και ως φορέα απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων για το σύνολο του τεχνικού κόσμου της χώρας.
• Η αναγνώριση των διπλωμάτων των Ελληνικών Πολυτεχνικών Σχολών ως ισότιμα με Master, διατηρώντας ενιαίο κύκλο σπουδών διάρκειας 5 ετών, όχι ως διεύρυνση επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά ως κατοχύρωση τυπικών προσόντων έναντι των αποφοίτων πανεπιστημίων του εξωτερικού, οι οποίοι αναγνωρίζονται ως κάτοχοι Master διαθέτοντας αντίστοιχη εκπαίδευση με τους αποφοίτους των Ελληνικών Σχολών.
Η οποιαδήποτε προσπάθεια εξομοίωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων ΑΕΙ, ΤΕΙ ή/και Κολλεγίων είναι δεδομένο ότι θα δημιουργήσει τεράστιο κενό στις βαθμίδες των τεχνικών και θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή των έργων. Θα οδηγήσει καταρχάς στον εκφυλισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων και των Μηχανικών των Α.Ε.Ι. αλλά και των Πτυχιούχων των Τ.Ε.Ι., καθώς θα επιβαρυνθεί περαιτέρω ο ήδη κορεσμένος χώρος των Διπλωματούχων Μηχανικών, δεδομένου ότι η αναλογία του αριθμού τους στη χώρα μας προς το συνολικό ενεργό πληθυσμό είναι ήδη πολύ μεγαλύτερη από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο τεχνολογικός τομέας είναι απαραίτητο να συνεχίσει να λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον πανεπιστημιακό – όπως προβλέπεται και από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο – αλλά με διακριτές φυσιογνωμίες, ρόλους και επαγγελματικά δικαιώματα. Δεν είναι επιτρεπτό, για παράδειγμα, η σύνταξη, ο έλεγχος και η θεώρηση Τεχνικών Μελετών να ανατίθεται σε αποφοίτους Σχολών ΤΕΙ, οι οποίες από την ίδια τη φύση της ύπαρξής τους αλλά και των προγραμμάτων σπουδών τους έχουν σαφή κατεύθυνση μηχανικού εφαρμογών και στερούνται του κατάλληλου φάσματος θεωρητικών γνώσεων, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπόνηση των μελετών.
Το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων χρήζει ιδιαίτερα προσεκτικής και όχι αυθαίρετης ή πρόχειρης αντιμετώπισης. Χρήζει μιας προσέγγισης που θα σέβεται και θα προστατεύει κεκτημένα και αδιαπραγμάτευτα επαγγελματικά δικαιώματα χωρίς να προκαλεί ανταγωνιστικές και διαχωριστικές λογικές αντιπαράθεσης. Είναι απαραίτητο να απορρίψουμε κάθε μεμονωμένη απόφαση ή σχέδιο καθορισμού επαγγελματικών δικαιωμάτων η οποία δε βρίσκεται εντός ενός ολοκληρωμένου και ξεκάθαρου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες. Απαιτείται από τους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς, η έναρξη ενός διαλόγου ευρείας κλίμακας όπου θα τεθεί συνολικά στο τραπέζι το ζήτημα της τεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα και της αναγνώρισης αντίστοιχων επαγγελματικών δικαιωμάτων.
Τα αναρτηθέντα σχέδια Προεδρικών Διαταγμάτων προκαλούν μεγαλύτερη ακόμα αναστάτωση και ανοίγουν, δυστυχώς, μέτωπα αντιπαράθεσης μεταξύ Πολυτεχνείων και ΤΕΙ, κάτι πραγματικά απευκταίο δεδομένης της σημερινής κρίσιμης κατάστασης στο χώρο της παιδείας αλλά και της αγοράς.
Η θέσπιση επαγγελματικών δικαιωμάτων για κάθε επίπεδο τεχνικής εκπαίδευσης είναι απαραίτητη και δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα εχθρικά σε σχέση με τους πτυχιούχους των ΤΕΙ, οι οποίοι στους περισσότερους τομείς είναι συνεργάτες των Διπλωματούχων Μηχανικών. Ωστόσο, πρέπει να καταστήσουμε την αντίθεσή μας στη βασική λογική των σχεδίων Π.Δ., η οποία οδηγεί εν πολλοίς στην εξομοίωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ και των Διπλωματούχων Μηχανικών, ισοπεδώνοντας γνωστικά επίπεδα και επαγγελματικά προσόντα.
Σταθερή άποψη, στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης στο χώρο της τεχνικής παιδείας, αποτελεί η διαμόρφωση ενός αυστηρά καθορισμένου και αναγνωρισμένου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες για όλους τους Διπλωματούχους Μηχανικούς, Πτυχιούχους ΤΕΙ και αποφοίτους άλλων βαθμίδων της Τεχνικής Εκπαίδευσης. Βασικές αρχές του πλαισίου αυτού πρέπει να αποτελούν:
• Η αναγνώριση διακριτών δικαιωμάτων με βάση το περιεχόμενο, το αντικείμενο και τη διάρκεια του προγράμματος σπουδών.
• Η εφαρμογή της αρχής ότι «Άνισες σπουδές δε μπορούν να παρέχουν ίσα Επαγγελματικά Δικαιώματα», σε συμφωνία και με σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ.
• Η αναγνώριση της αναμφισβήτητης διαπίστωσης ότι οι ανάγκες παραγωγής Τεχνικών Έργων απαιτούν την ύπαρξη κατακόρυφης πυραμίδας μεταξύ Διπλωματούχων Μηχανικών, πτυχιούχων Τεχνολόγων Μηχανικών ως μηχανικών εφαρμογής και Εργοδηγών αποφοίτων δευτεροβάθμιας ή μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΚΕΣ, Κολεγίων).
• Η διαβάθμιση της τεχνικής ευθύνης βάσει προσόντων, για την εξασφάλιση ενός επιπέδου τεχνικής ευθύνης η οποία θα εξασφαλίζει την ασφάλεια την ποιότητα και την αξιοπιστία των τεχνικών έργων.
• Η διασφάλιση του ρόλου του ΤΕΕ, ως μοναδικού τεχνικού επιμελητηριακού φορέα και ως φορέα απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων για το σύνολο του τεχνικού κόσμου της χώρας.
• Η αναγνώριση των διπλωμάτων των Ελληνικών Πολυτεχνικών Σχολών ως ισότιμα με Master, διατηρώντας ενιαίο κύκλο σπουδών διάρκειας 5 ετών, όχι ως διεύρυνση επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά ως κατοχύρωση τυπικών προσόντων έναντι των αποφοίτων πανεπιστημίων του εξωτερικού, οι οποίοι αναγνωρίζονται ως κάτοχοι Master διαθέτοντας αντίστοιχη εκπαίδευση με τους αποφοίτους των Ελληνικών Σχολών.
Η οποιαδήποτε προσπάθεια εξομοίωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων ΑΕΙ, ΤΕΙ ή/και Κολλεγίων είναι δεδομένο ότι θα δημιουργήσει τεράστιο κενό στις βαθμίδες των τεχνικών και θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή των έργων. Θα οδηγήσει καταρχάς στον εκφυλισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων και των Μηχανικών των Α.Ε.Ι. αλλά και των Πτυχιούχων των Τ.Ε.Ι., καθώς θα επιβαρυνθεί περαιτέρω ο ήδη κορεσμένος χώρος των Διπλωματούχων Μηχανικών, δεδομένου ότι η αναλογία του αριθμού τους στη χώρα μας προς το συνολικό ενεργό πληθυσμό είναι ήδη πολύ μεγαλύτερη από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο τεχνολογικός τομέας είναι απαραίτητο να συνεχίσει να λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον πανεπιστημιακό – όπως προβλέπεται και από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο – αλλά με διακριτές φυσιογνωμίες, ρόλους και επαγγελματικά δικαιώματα. Δεν είναι επιτρεπτό, για παράδειγμα, η σύνταξη, ο έλεγχος και η θεώρηση Τεχνικών Μελετών να ανατίθεται σε αποφοίτους Σχολών ΤΕΙ, οι οποίες από την ίδια τη φύση της ύπαρξής τους αλλά και των προγραμμάτων σπουδών τους έχουν σαφή κατεύθυνση μηχανικού εφαρμογών και στερούνται του κατάλληλου φάσματος θεωρητικών γνώσεων, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπόνηση των μελετών.
Το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων χρήζει ιδιαίτερα προσεκτικής και όχι αυθαίρετης ή πρόχειρης αντιμετώπισης. Χρήζει μιας προσέγγισης που θα σέβεται και θα προστατεύει κεκτημένα και αδιαπραγμάτευτα επαγγελματικά δικαιώματα χωρίς να προκαλεί ανταγωνιστικές και διαχωριστικές λογικές αντιπαράθεσης. Είναι απαραίτητο να απορρίψουμε κάθε μεμονωμένη απόφαση ή σχέδιο καθορισμού επαγγελματικών δικαιωμάτων η οποία δε βρίσκεται εντός ενός ολοκληρωμένου και ξεκάθαρου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες. Απαιτείται από τους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς, η έναρξη ενός διαλόγου ευρείας κλίμακας όπου θα τεθεί συνολικά στο τραπέζι το ζήτημα της τεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα και της αναγνώρισης αντίστοιχων επαγγελματικών δικαιωμάτων.