Τετάρτη, Δεκεμβρίου 29, 2010

ΑΝΟΙΓΜΑ «ΚΛΕΙΣΤΩΝ» ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ: ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΕΕ

Με το νομοσχέδιο για το άνοιγμα των «κλειστών» επαγγελμάτων να επανέρχεται στο προσκήνιο, αισθάνομαι ότι πρέπει να επαναλάβω κάποιες σκέψεις σχετικά με την ιδιαιτερότητα του επαγγέλματος του μηχανικού:

1. Το επάγγελμα του μηχανικού υπηρετεί το δημόσιο και γενικό συμφέρον, την οικοδόμηση της ποιότητας ζωής των πολιτών, την αειφόρο ανάπτυξη, την εγγύηση ασφάλειας και ποιότητας των κατασκευών. Συνακόλουθα, το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο προβλέπουν σαφές ρυθμιστικό πλαίσιο για την άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού (εκπαιδευτικές προϋποθέσεις, επάρκεια και επαγγελματικές δεξιότητες για την πρόσβαση στο επάγγελμα, εξέλιξη στο επάγγελμα-εγγραφή και ένταξη στα Επιμελητήρια, προδιαγραφές μελετών και έργων, θεσμικό πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης έργων, έλεγχος και πιστοποίηση ποιότητας, αμοιβές, ρόλοι, αρμοδιότητες, ευθύνες, ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης κ.α.). Οι κώδικες και ο προσδιορισμός ελαχίστων αμοιβών είναι ένα αναπόσπαστο συστατικό στοιχείο του ρυθμιστικού πλαισίου του επαγγέλματος, πού μάλιστα έχει ιδιαίτερη σημασία και αναγκαιότητα όταν λοιπά στοιχεία δεν είναι επαρκή και θεσμικά οργανωμένα.

Αυτά κατοχυρώνονται και από το κοινοτικό δίκαιο από τις εξής Οδηγίες: Οδηγία 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και Οδηγία 2006/123/EK σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά.

Μάλιστα, για τα επαγγέλματα που υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, προβλεπόταν ανέκαθεν εξαίρεση από τις προβλέψεις περί ελεύθερου ανταγωνισμού στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το επάγγελμα του μηχανικού σε όλες τις επιστημονικές και θεματικές ειδικότητες και επαγγελματικές του κατηγορίες, υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, την ασφάλεια και ποιότητα και την αειφορία στις κατασκευές και φυσικά είναι ανεξάντλητος ο κατάλογος όλων αυτών περιπτώσεων με την παρουσίαση και την προφανή τεκμηρίωσή τους.

Επίσης τα Επιμελητήρια των μηχανικών, έχουν σαφώς προσδιορισμένους αναπτυξιακούς στόχους πού υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και δεν αποτελούν «Ενώσεις η Συνδέσμους Επιχειρήσεων» πού εναρμονίζουν πρακτικές για την άνοδο των τιμών.

Τα παραπάνω έχει παραδεχθεί και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ενώ νομολογία υπάρχει και σε εθνικό επίπεδο, από απόφαση του 2009 του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.

2. Σήμερα, οι διεθνείς τάσεις οδηγούν προς ενίσχυση των διαδικασιών και του ρυθμιστικού πλαισίου άσκησης του επαγγέλματος που περιλαμβάνουν και το σύστημα αμοιβών και σύνδεση ποιότητας-τιμής στις υπηρεσίες του μηχανικού. Ιδιαίτερη πρωτοπορία στα θέματα ρύθμισης του επαγγέλματος του μηχανικού διαπιστώνεται τον τελευταίο καιρό στις ΗΠΑ, από εκτεταμένο και τεκμηριωμένο διάλογο αρκετών χρόνων, πού τελικώς οδήγησε σε διοικητικές και νομοθετικές παρεμβάσεις. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπου είτε είχαν, είτε όχι συστήματα αμοιβών, αλλά σε κάθε περίπτωση αυστηρό πλαίσιο ρύθμισης του επαγγέλματος σήμερα υπάρχει η τάση για περαιτέρω ρύθμιση του επαγγέλματος.

3. Η κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών δεν επιβάλλεται από την Οδηγία 2006/123/ΕΚ για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά. Αντίθετα, ενθαρρύνεται η οργάνωση των επαγγελμάτων, από κώδικες δεοντολογίας όπου μπορούν να κατοχυρώνονται συστήματα αμοιβών.

Επίσης οι Κώδικες Αμοιβών (εκεί πού προϋπήρχαν με εθνική νομοθεσία – όπως στη χώρα μας) μπορούν να διατηρηθούν όπως αναφέρεται στην Οδηγία 2004/18/EK περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Επίσης, η Οδηγία 2006/123/ΕΚ που προαναφέρθηκε, αποδέχεται το ρυθμιστικό πλαίσιο για το επάγγελμα του μηχανικού και το εξαιρεί εξαρχής από το πεδίο γενικής εφαρμογής της, εφόσον στο ζήτημα αυτό υπερισχύει η Οδηγία 2005/36/ΕΚ για την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων.

4. Το επάγγελμα του μηχανικού δεν είναι «κλειστό» και ούτε οπουδήποτε στα διεθνή νομικά και θεσμικά κείμενα αναφέρεται ως «κλειστό», το ρυθμιζόμενο αναφέρεται καθόσον απαιτούνται για την άσκηση του προϋποθέσεις πού να διασφαλίζουν την ασφάλεια και ποιότητα. Ιδιαίτερα στην χώρα μας όπου σήμερα δραστηριοποιούνται πάνω από 100.000 διπλωματούχοι μηχανικοί, χωρίς γεωγραφικούς η άλλους περιορισμούς ούτε για την συγκρότηση εταιρειών για την άσκηση του μελετητικού και κατασκευαστικού έργου (όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες), είναι τουλάχιστον φαιδρή και ανόητη η επίκληση αυτού του επιχειρήματος «περί κλειστού επαγγέλματος» και καταφανώς υποκρύπτει άλλες σκοπιμότητες.

5. Οι ελάχιστες αμοιβές επί των οποίων επιβάλλονται νόμιμες κρατήσεις, ενισχύουν τα δημόσια έσοδα σε επίπεδο φορολόγησης. Μας είναι αδύνατο να αντιληφθούμε γιατί σε περίοδο αυστηρής δημοσιονομικής στενότητας απεμπολούνται οι δημόσιοι αυτοί πόροι.

6. Πώς θα διασφαλίζεται το ζητούμενο υψηλό επίπεδο ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους μηχανικούς που οδηγεί σε ασφαλείς και ποιοτικές κατασκευές εάν καταργηθούν οι ελάχιστες αμοιβές; Και αυτό είναι πού επιδιώκει σήμερα μια σύγχρονη, δημοκρατική και ευνομούμενη Πολιτεία, πού ο κατά προτεραιότητα στόχος της είναι η ασφάλεια και η ποιότητα, ιδιαίτερα αν λάβει υπόψη του τις τρέχουσες δραματικές επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών και τις διευρυνόμενες ανάγκες για καλύτερη ποιότητα ζωής των πολιτών;

7. Το κόστος των μελετών στη χώρα αντιστοιχεί περίπου στο 3% του συνολικού κόστους των έργων, όταν σε άλλες χώρες είναι σαφώς μεγαλύτερο. Είναι επίσης εύλογο και αυτονόητο ότι καλές και ποιοτικές μελέτες οδηγούν σε ασφαλείς, ποιοτικές και οικονομικές κατασκευές. Επομένως είναι λογικό να επιδιώκεται η ελαχιστοποίηση του μελετητικού κόστους όταν μάλιστα τα δομικά υλικά έχουν ήδη αυξημένες τιμές πάνω από 3%;

Οι επικείμενες εξελίξεις θα καθορίσουν το επαγγελματικό μέλλον των συναδέλφων μηχανικών στη χώρα μας και όχι μόνο. Πρέπει να επιδιώξουμε και να πιέσουμε για διάλογο και ανάδειξη του θέματος και να αρθρώσουμε λόγο τεκμηριωμένο, σύγχρονο και ισχυρό γιατί, γιατί το επιβάλλει ό ρόλος και η ευθύνη μας για την ανάπτυξη και το μέλλον του τόπου.

Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 2010

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 24, 2010



Τετάρτη, Αυγούστου 04, 2010

Η ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Στην σημερινή κρίσιμη συγκυρία για την χώρα, η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας και η συναφής εξαγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων στον κατασκευαστικό τομέα αποτελεί επιτακτική προτεραιότητα.

Εδώ ιδιαίτερο ρόλο έχει να παίξει η εξωστρεφής δραστηριότητα των Δημόσιων Επιχειρήσεων και Οργανισμών, πού μπορούν να αναπτύξουν σχετική ενεργοποίηση και να δημιουργήσουν διεθνείς συνεργασίες εξάγοντας και ανταλλάσοντας τεχνογνωσία και εμπειρίες με ομόλογους φορείς του εξωτερικού. Αυτονόητα, μια τέτοια ευρεία και επιτυχής ενεργοποίηση μπορεί να δημιουργήσει ευνοϊκές προϋποθέσεις και το κατάλληλο υπόβαθρο για την συνακόλουθη εξαγωγική δραστηριότητα μελετητικών, συμβουλευτικών, κατασκευαστικών ελληνικών επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα καθώς βέβαια και επιχειρήσεων και βιομηχανικών κλάδων παραγωγής υλικών και προϊόντων.

Σήμερα, πολλές Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί προβλέπουν την ανάληψη παρόμοιων δραστηριοτήτων και παροχή συναφών υπηρεσιών στο καταστατικό τους ενώ ταυτόχρονα έχουν αναπτύξει ένα αποτελεσματικό δίκτυο διεθνών συνεργασιών με ομόλογους φορείς στο εξωτερικό. Επίσης οι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί αυτοί έχουν αποδεδειγμένα ιδιαίτερη τεχνογνωσία και εμπειρία στον τομέα τους, και αναγνώριση σε διεθνές επίπεδο για το επιτυχημένο έργο στον τομέα τους.
Οι περιπτώσεις της ΟΣΚ ΑΕ και Αττικό Μετρό ΑΕ αποτελούν κάποια ιδιαίτερα παραδείγματα μεταξύ των Δημόσιων Επιχειρήσεων και Οργανισμών πού θα μπορούσαν να αναπτύξουν σχετική δραστηριότητα. Και βεβαίως εδώ το ΚΕΔΕΟ (Κέντρο Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών) θα μπορούσε να θέσει πρώτο στην ατζέντα των προτεραιοτήτων του το θέμα της εξωστρέφειας και να αναπτύξει σχετικές πρωτοβουλίες, κινητοποιώντας τα μέλη του προς την αναγκαία αυτή κατεύθυνση.

Οι δράσεις εξωστρέφειας πού μπορούν να αναληφθούν, για παράδειγμα από την ΟΣΚ ΑΕ, αφορούν σε δύο κύριες κατηγορίες:

Ανάληψη μελετών και παροχή υπηρεσιών συμβούλου σε ομόλογους φορείς του εξωτερικού είτε οργανισμούς σχολικών κτιρίων είτε στους αρμόδιους φορείς (Υπουργεία, Αυτοδιοίκηση κα) πού προγραμματίζουν, σχεδιάζουν, κατασκευάζουν αλλά και επιλαμβάνονται θεμάτων ελέγχου, συντήρησης και αναβάθμισης της σχολικής στέγης

Συμμετοχή σε διακρατικά προγράμματα και διεθνικά έργα πού χρηματοδοτούνται δια μέσου ανταγωνιστικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης απευθείας από την χρηματοδότηση των τομεακών πολιτικών της ΕΕ δια μέσου του κοινοτικού προϋπολογισμού (εκτός ΚΠΣ και ΕΣΠΑ) αλλά και από συναφή προγράμματα άλλων διεθνών φορέων (World Bank, Council of Europe, OECD / CELE, UNESCO κ.α.)

Συγκρότηση διμερών και πολυμερών διακρατικών σχέσεων, συμφωνιών και συνεργασιών με ομόλογους φορείς του εξωτερικού

Τα θέματα για τη υλοποίηση εξωστρεφών δράσεων πού κυρίως δύναται να ενεργοποιηθεί η ΟΣΚ ΑΕ αναφέρονται ακριβώς στα «ισχυρά σημεία» της τα οποία βασίμως εκτιμάται ότι θα έχουν ζήτηση από ομόλογους και αρμοδίους φορείς του εξωτερικού, είναι:

Σχεδιασμός, ανάπτυξη, κατασκευή συντήρηση και λειτουργία σχολικών κτιρίων δια μέσου Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα

Ενεργειακή Αναβάθμιση σχολικών κτιρίων και παραγωγή «πράσινης» ενέργειας από ΑΠΕ για την κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια των σχολικών μονάδων με ταυτόχρονη την εμπέδωση περιβαλλοντικής συνείδησης και τον επιδεικτικό, παιδαγωγικό/διαπλαστικό χαρακτήρα των έργων αυτών για μαθητές-καθηγητές-γονείς

Χρήση και αξιοποίηση καινοτόμων υποδομών και τεχνολογιών τηλεπληροφορικής στο νέο σχολείο

Βιοκλιματικός σχεδιασμός, επανασχεδιασμός περιβάλλοντος σχολικού χώρου, έργα οικολογικής και περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης της σχολικής κοινότητας

Το συνολικό πολύχρονο αποδοτικό έργο του ΟΣΚ και η μεγάλη του εμπειρία ως ενιαίου εξειδικευμένου φορέα για την ανάπτυξη σχολικών υποδομών- καθόσον σε άλλες χώρες επικρατούν διαφορετικά μοντέλα (τεχνικές υπηρεσίες Υπουργείων, Τοπική και Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση κλπ)

Οι Χώρες-Στόχοι για την ανάπτυξη και των δύο προαναφερθέντων κατηγοριών εξωστρεφών δράσεων πού μπορεί να αναληφθούν είναι: Κ-Μ της ΕΕ, Pre-Accession Countries (χώρες πού βρίσκονται στη προ-ενταξιακή διαδικασία και επίσης χρηματοδοτούνται από προγράμματα της ΕΕ), South-Eastern Europe and Balkan Area, χώρες Ευρωμεσογειακής Συνεργασίας, ex Soviet Union Countries, UAE, και γενικότερα τρίτες χώρες.

Βεβαίως οι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί πρέπει να δημιουργήσουν σχετικούς τομείς και οργανικές μονάδες στην εσωτερική τους οργάνωση/οργανογράμματα, καθόσον το εγχείρημα επιτυχούς εξωστρεφούς δραστηριότητας απαιτεί σταθερό προσανατολισμό και οργάνωση καθώς και μακρόχρονο σχεδιασμό και εφαρμογή για την ανάπτυξη αποδοτικών διεθνών συνεργασιών.

Η στενή συνεργασία με τα αρμόδια Εποπτεύοντα Υπουργεία για τις αντίστοιχες ΔΕΚΟ και επίσης με την Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών είναι προφανώς απόλυτα απαραίτητη και αναγκαία.

Οι Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί εγκαθιστώντας και αναπτύσσοντας ορθά σχεδιασμένο και συγκροτημένο πλαίσιο δράσεων εξωστρέφειας, μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη μιας ενεργητικής Εθνικής Εξωτερικής Πολιτικής στον τομέα των Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων.

Κυριακή, Ιουλίου 18, 2010

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

Η ενεργειακή αναβάθμιση των δημοσίων κτιρίων αποτελεί σημαντική προτεραιότητα για την περιβαλλοντική προστασία και εξοικονόμηση ενέργειας.

Στο πλαίσιο αυτό η ενεργειακή αναβάθμιση των υφιστάμενων σχολικών κτιρίων αποτελεί ιδιαίτερο στόχο και προτεραιότητα του προγραμματισμού και του έργου του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων (ΟΣΚ ΑΕ). Ειδικότερα και αναφορικά με την εγκατάσταση και λειτουργία φωτοβολταϊκών συστημάτων στα δώματα των υφισταμένων σχολικών κτιρίων επιδιώκονται σημαντικά αναμενόμενα οφέλη ως ακολούθως επισημαίνονται:

Συμβολή στην μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, αξιοποιώντας την ηλιακή ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Εξοικονομείται ταυτόχρονα ορυκτό καύσιμο

Ενίσχυση των οικονομικών δυνατοτήτων συντήρησης των σχολείων δια μέσου της οικονομικής απόδοσης του συστήματος (πώληση ηλεκτρικής ενέργειας)

Επίτευξη παραγωγής και παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο εντός του οικιστικού ιστού (ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος) μηδενίζοντας τις απώλειες μεταφοράς και αποφορτίζοντας τις γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας

Επίτευξη παραγωγής και παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο τις χρονικές περιόδους αιχμής της ζήτησης, οπότε και υπάρχουν κίνδυνοι υπερφόρτωσης (blackout) και υψηλού κόστους για την ΔΕΗ

Επίτευξη απόσβεσης του κόστους εγκατάστασης

Παροχή δυνατότητας αξιοποίησης των Φ/Β για εκπαιδευτικούς σκοπούς, εξοικείωσης με την παραγωγή «πράσινης ενέργειας» και καλλιέργειας περιβαλλοντικής συνείδησης στους μαθητές-καθηγητές-γονείς

Εγκατάσταση και εξοπλισμός από οικολογικά/ανακυκλώσιμα υλικά.


Επίσης, αντιμετωπίζεται επισταμένως και η υλοποίηση και άλλων δράσεων ενεργειακής αναβάθμισης, ως ενδεικτικά αναφέρονται: εγκατάσταση χρονοδιακόπτη η φωτοκυττάρου για έλεγχο εξωτερικού φωτισμού και εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας, εγκατάσταση συστήματος αντιστάθμισης σε κάθε λεβητοστάσιο και αντικατάσταση κατεστραμμένων μονώσεων σωληνώσεων για την εξοικονόμηση ενέργειας εγκατάστασης θέρμανσης, αντικατάσταση λεβήτων και καυστήρων, εγκατάσταση βαλβίδων ρυθμιζόμενου χρόνου ροής για την εξοικονόμηση νερού, αντικατάσταση λαμπτήρων και φωτιστικών σωμάτων πυρακτώσεως με αντίστοιχα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, έλεγχος φωτισμού αιθουσών διδασκαλίας με αισθητήρες παρουσίας, εγκατάσταση ανεμιστήρων οροφής στις αίθουσες διδασκαλίας και γραφεία, αντικατάσταση υαλοστασίων με αντίστοιχα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, εγκατάσταση συστημάτων βελτίωσης συνημιτόνου στους ηλεκτρικούς πίνακες.

Ήδη αναμένεται η προκήρυξη του ΥΠΕΚΑ στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» όπου οι δημόσιοι φορείς πού δραστηριοποιούνται για την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών υποδομών θα εντάξουν σχετικές προτάσεις για έργα ενεργειακής αναβάθμισης και παραγωγής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).

Ο Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων (ΟΣΚ ΑΕ) έχει ήδη προετοιμασθεί συστηματικά με ιδιαίτερη δραστηριοποίηση των αρμόδιων υπηρεσιών του για να υλοποιήσει αποτελεσματικά και έγκαιρα σχετικό πρόγραμμα έργων για τα σχολικά κτίρια, συμβάλλοντας αποφασιστικά στον μείζονα στόχο για την προστασία του περιβάλλοντος και την εξοικονόμηση ενέργειας επιδιώκοντας ταυτόχρονα ένα μείζονα διαπλαστικό-παιδαγωγικό στόχο: την εμπέδωση περιβαλλοντικής συνείδησης και την επιδεικτική αφομοίωση των οφελών από την παραγωγή «πράσινης ενέργειας».-

Τρίτη, Μαΐου 11, 2010

Ο Αρχηγός...

Από τις πολύ σπάνιες περιπτώσεις που το κείμενο ενός δημοσιογράφου με εκφράζει πλήρως….
Πρόκειται για το κείμενο του Αντώνη Καρπετόπουλου πριν από τον τελικό στο Παρίσι.
«Εκτιμώ απεριόριστα τον Παναγιώτη Γιαννάκη και δεν το 'χω κρύψει. Τον εκτιμώ από τον καιρό που έπαιζε στον Ιωνικό και ήταν μια ομάδα μόνος του. Τον εκτιμώ γιατί έφυγε κάποτε από την Ελλάδα και πήγε στις ΗΠΑ μόνος του με όνειρο να παίξει στους Μπόστον Σέλτικς: γύρισε «χτισμένος» από την προπόνηση, πραγματικά άλλος άνθρωπος. Τον εκτιμώ γιατί όταν πήγε στον Αρη άλλαξε εντελώς το παιχνίδι του κι έγινε πλέι μέικερ, αφήνοντας κατά μέρους εγωισμούς και βοηθώντας με αυτόν τον τρόπο τον Γιάννη Ιωαννίδη να χτίσει μια αληθινή αυτοκρατορία.

Τον εκτιμώ γιατί πάντα το παιχνίδι του είχε πάθος, γιατί ποτέ ως παίκτης δεν κρύφτηκε από την ευθύνη, ακόμα κι αν τα σουτ του δεν ήταν εύστοχα. Τον εκτιμώ γιατί αγαπούσε το μπάσκετ με έναν τρόπο που ταιριάζει στα σπορ: το υπηρέτησε και το υπηρετεί χωρίς μισαλλοδοξία, το αγαπάει γιατί είναι η δουλειά του κι όχι γιατί είναι το σημαντικότερο πράγμα του κόσμου. Τον εκτιμώ για την τεράστια δουλειά που έκανε στην Εθνική οδηγώντας τη σε τεράστιες επιτυχίες: τον εκτιμώ γιατί την προστάτευσε με το κύρος του, γιατί δεν επέτρεψε στο μικρόβιο της αντιπαράθεσης του Ολυμπιακού με τον ΠΑΟ να εισχωρήσει στο εσωτερικό της, γιατί στο διάστημα που δούλεψε εκεί η ομάδα του είχε πάντοτε παίκτες με ήθος. Και τον εκτιμώ και για την αντοχή του στον Ολυμπιακό.
Στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι που είναι υπεράνω κριτικής και άνθρωποι που είναι εύκολοι στόχοι: ο Γιαννάκης ανήκει στους δεύτερους. Θυμάμαι κάποτε, όταν προπονούσε την Εθνική μας κι έχασε στην Αθήνα την πιθανότητα να διεκδικήσει ένα Ολυμπιακό μετάλλιο σε ένα σουτ, ένα περιοδικό κυριακάτικης εφημερίδας βρήκε το μπλοκάκι του με τα συστήματα και δημοσίευσε τα σχεδιαγράμματά του με τον τίτλο «Τα ορνιθοσκαλίσματα του Παναγιώτη Γιάννακη». Το ίδιο ρεπορτάζ του περιοδικού φιλοξενούσε, αν θυμάμαι καλά, δηλώσεις ενός ψυχιάτρου (ή μήπως γραφολόγου;), που αναλύοντας τα σχεδιαγράμματα είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος που τα σχεδίασε τελούσε υπό μεγάλη ένταση: η μαρτυρία χρειαζόταν στους συντάκτες για να αποδείξουν ότι το κοουτσάρισμά του δεν ήταν το καλύτερο. Θυμάμαι ότι η ιστορία με είχε βγάλει από τα ρούχα μου και με είχε κάνει να τον εκτιμήσω ακόμα πιο πολύ. Πώς δηλαδή να μην είναι συναισθηματικά φορτισμένος ένας άνθρωπος που δίνει τον αγώνα του και μάλιστα καθισμένος στον πάγκο μιας ομάδας που είναι η ομάδα που πιο πολύ υπηρέτησε; Τι θα 'πρεπε να 'ναι; Αναίσθητος;
Ο ίδιος ο Γιαννάκης θεωρεί τον εαυτό του τυχερό άνθρωπο γιατί έχει την τύχη να δουλεύει σε ένα χώρο που γνωρίζει καλά και να υπηρετεί το σπορ που από παιδί λάτρεψε. Εγώ πάλι τον θεωρώ έναν από τους πιο αδικημένους σε ό,τι αφορά τις κρίσεις άνθρωπο στην Ελλάδα. Το ωραιότερο μπάσκετ που έχει παίξει ελληνική ομάδα ήταν αυτό που έπαιξε η Εθνική μας στη Σαϊτάμα όταν νίκησε τους Αμερικανούς: δεν θυμάμαι κανένα να του το αναγνωρίζει, ενώ βλέπω (ειδικά από τότε που πήγε στον Ολυμπιακό) πάρα πολλούς πρόθυμους να τον στήσουν στον τοίχο για ήττες που σπανίως είναι δικές του. Δεν έχω αμφιβολία ότι το ίδιο θα συμβεί κι αν ο Ολυμπιακός δεν κερδίσει το φάιναλ φορ. Το ότι δεν είναι φαβορί, το ότι δηλαδή οι περισσότεροι πιστεύουν πως δεν έχει την καλύτερη ομάδα στη διοργάνωση, δεν πρόκειται να το θυμηθεί κανένας αν ο Ολυμπιακός δεν κερδίσει: είμαι βέβαιος ότι θα φταίει ο Γιάννακης. Τα κείμενα είναι ήδη γραμμένα.
Μ' αρέσει ο Γιαννάκης γιατί έχει δύο τεράστιες πλάτες που του επιτρέπουν να τα σηκώνει όλα. Από τότε που έπαιζε μπάσκετ έτσι συνέβαινε: στην Εθνική ήταν πάντα αυτός που έμπαινε μπροστά, που άφηνε κατά μέρους τα προηγούμενα για να δει το μέλλον, που είχε μια τρομακτική για Ελληνα αίσθηση της αποστολής. Ο Γκάλης ήταν χαρισματικός αλλά εσωστρεφής, πολύ Αμερικανός, πολύ επαγγελματίας, πολύ μόνος του. Ο Φασούλας ήταν από τότε λίγο πολιτικός και αρκετά περσόνα: αυθεντικός, αλλά και αρκετά έξυπνος για να χτίσει τον μύθο του κι αυτό φάνηκε και από τις επιλογές του. Ο Χριστοδούλου ήταν χαρισματικός και πολύ αγαπητός –τόσο όσο δεν μπορεί να είναι κανένας ηγέτης.

Ο Γιαννάκης ήταν από παίκτης ακόμα ένας μη τυπικός Νεοέλληνας: αρχηγός δηλαδή οραματιστής, νικητής δηλαδή μαχητής της ζωής, ξεροκέφαλος όσο χρειάζεται για να μην το βάλει ποτέ κάτω. Υπάρχει μια ομιλία του στα αποδυτήρια της Εθνικής λίγο πριν η ομάδα ταξιδέψει για το Παγκόσμιο της Αργεντινής χωρίς τον Γκάλη. Είχε δημοσιευτεί στο «Τρίποντο»: ο Γιαννάκης μιλά για την ομάδα που είναι πάνω από όλους και όλα, για την αξία της προσπάθειας. Για μένα θα έπρεπε να γίνεται μάθημα στα σχολεία.»

Κυριακή, Φεβρουαρίου 28, 2010

Επαγγελματικά Δικαιώματα Μηχανικών και Τεχνολόγων

Η πρόσφατη ανάρτηση προς διαβούλευση, σχεδίων Προεδρικών Διαταγμάτων που αφορούν στα επαγγελματικά δικαιώματα ΑΕΙ-ΤΕΙ καθιστά επίκαιρο και πρωτεύον ζήτημα για τον τεχνικό κόσμο το θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των Διπλωματούχων Μηχανικών (αποφοίτων Πολυτεχνικών Σχολών), των Τεχνολόγων Μηχανικών (αποφοίτων TEI) αλλά και των αποφοίτων άλλων βαθμίδων της τεχνικής κατεύθυνσης.
Τα αναρτηθέντα σχέδια Προεδρικών Διαταγμάτων προκαλούν μεγαλύτερη ακόμα αναστάτωση και ανοίγουν, δυστυχώς, μέτωπα αντιπαράθεσης μεταξύ Πολυτεχνείων και ΤΕΙ, κάτι πραγματικά απευκταίο δεδομένης της σημερινής κρίσιμης κατάστασης στο χώρο της παιδείας αλλά και της αγοράς.
Η θέσπιση επαγγελματικών δικαιωμάτων για κάθε επίπεδο τεχνικής εκπαίδευσης είναι απαραίτητη και δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα εχθρικά σε σχέση με τους πτυχιούχους των ΤΕΙ, οι οποίοι στους περισσότερους τομείς είναι συνεργάτες των Διπλωματούχων Μηχανικών. Ωστόσο, πρέπει να καταστήσουμε την αντίθεσή μας στη βασική λογική των σχεδίων Π.Δ., η οποία οδηγεί εν πολλοίς στην εξομοίωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ και των Διπλωματούχων Μηχανικών, ισοπεδώνοντας γνωστικά επίπεδα και επαγγελματικά προσόντα.
Σταθερή άποψη, στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης στο χώρο της τεχνικής παιδείας, αποτελεί η διαμόρφωση ενός αυστηρά καθορισμένου και αναγνωρισμένου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες για όλους τους Διπλωματούχους Μηχανικούς, Πτυχιούχους ΤΕΙ και αποφοίτους άλλων βαθμίδων της Τεχνικής Εκπαίδευσης. Βασικές αρχές του πλαισίου αυτού πρέπει να αποτελούν:
• Η αναγνώριση διακριτών δικαιωμάτων με βάση το περιεχόμενο, το αντικείμενο και τη διάρκεια του προγράμματος σπουδών.
• Η εφαρμογή της αρχής ότι «Άνισες σπουδές δε μπορούν να παρέχουν ίσα Επαγγελματικά Δικαιώματα», σε συμφωνία και με σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ.
• Η αναγνώριση της αναμφισβήτητης διαπίστωσης ότι οι ανάγκες παραγωγής Τεχνικών Έργων απαιτούν την ύπαρξη κατακόρυφης πυραμίδας μεταξύ Διπλωματούχων Μηχανικών, πτυχιούχων Τεχνολόγων Μηχανικών ως μηχανικών εφαρμογής και Εργοδηγών αποφοίτων δευτεροβάθμιας ή μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΚΕΣ, Κολεγίων).
• Η διαβάθμιση της τεχνικής ευθύνης βάσει προσόντων, για την εξασφάλιση ενός επιπέδου τεχνικής ευθύνης η οποία θα εξασφαλίζει την ασφάλεια την ποιότητα και την αξιοπιστία των τεχνικών έργων.
• Η διασφάλιση του ρόλου του ΤΕΕ, ως μοναδικού τεχνικού επιμελητηριακού φορέα και ως φορέα απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων για το σύνολο του τεχνικού κόσμου της χώρας.
• Η αναγνώριση των διπλωμάτων των Ελληνικών Πολυτεχνικών Σχολών ως ισότιμα με Master, διατηρώντας ενιαίο κύκλο σπουδών διάρκειας 5 ετών, όχι ως διεύρυνση επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά ως κατοχύρωση τυπικών προσόντων έναντι των αποφοίτων πανεπιστημίων του εξωτερικού, οι οποίοι αναγνωρίζονται ως κάτοχοι Master διαθέτοντας αντίστοιχη εκπαίδευση με τους αποφοίτους των Ελληνικών Σχολών.
Η οποιαδήποτε προσπάθεια εξομοίωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων ΑΕΙ, ΤΕΙ ή/και Κολλεγίων είναι δεδομένο ότι θα δημιουργήσει τεράστιο κενό στις βαθμίδες των τεχνικών και θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην παραγωγή των έργων. Θα οδηγήσει καταρχάς στον εκφυλισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων και των Μηχανικών των Α.Ε.Ι. αλλά και των Πτυχιούχων των Τ.Ε.Ι., καθώς θα επιβαρυνθεί περαιτέρω ο ήδη κορεσμένος χώρος των Διπλωματούχων Μηχανικών, δεδομένου ότι η αναλογία του αριθμού τους στη χώρα μας προς το συνολικό ενεργό πληθυσμό είναι ήδη πολύ μεγαλύτερη από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο τεχνολογικός τομέας είναι απαραίτητο να συνεχίσει να λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον πανεπιστημιακό – όπως προβλέπεται και από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο – αλλά με διακριτές φυσιογνωμίες, ρόλους και επαγγελματικά δικαιώματα. Δεν είναι επιτρεπτό, για παράδειγμα, η σύνταξη, ο έλεγχος και η θεώρηση Τεχνικών Μελετών να ανατίθεται σε αποφοίτους Σχολών ΤΕΙ, οι οποίες από την ίδια τη φύση της ύπαρξής τους αλλά και των προγραμμάτων σπουδών τους έχουν σαφή κατεύθυνση μηχανικού εφαρμογών και στερούνται του κατάλληλου φάσματος θεωρητικών γνώσεων, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπόνηση των μελετών.
Το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων χρήζει ιδιαίτερα προσεκτικής και όχι αυθαίρετης ή πρόχειρης αντιμετώπισης. Χρήζει μιας προσέγγισης που θα σέβεται και θα προστατεύει κεκτημένα και αδιαπραγμάτευτα επαγγελματικά δικαιώματα χωρίς να προκαλεί ανταγωνιστικές και διαχωριστικές λογικές αντιπαράθεσης. Είναι απαραίτητο να απορρίψουμε κάθε μεμονωμένη απόφαση ή σχέδιο καθορισμού επαγγελματικών δικαιωμάτων η οποία δε βρίσκεται εντός ενός ολοκληρωμένου και ξεκάθαρου πλαισίου πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες. Απαιτείται από τους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς, η έναρξη ενός διαλόγου ευρείας κλίμακας όπου θα τεθεί συνολικά στο τραπέζι το ζήτημα της τεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα και της αναγνώρισης αντίστοιχων επαγγελματικών δικαιωμάτων.


Παρασκευή, Φεβρουαρίου 12, 2010

Θεσμικό Πλαίσιο Μελετών Δημοσίων Έργων

Οι φορείς των Μηχανικών ετοιμάζουν τις προτάσεις τους με τις οποίες θα συμμετάσχουν στην ανοικτή διαβούλευση που έχει ξεκινήσει το Υπουργείο Υποδομών για την τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου μελετών. Σήμερα, η αγορά στον τομέα είναι παγωμένη με τα μελετητικά γραφεία και ιδιαίτερα τους μεμονωμένους μελετητές αλλά και τα μικρά και μεσαία σχήματα, να βιώνουν συνθήκες μεγάλης κρίσης και απαξίωσης με καθυστερήσεις εγκρίσεων και πληρωμών, έλλειψη διακηρύξεων νέων μελετών, ανυπαρξία μελετητικού αντικειμένου και μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον και την επαγγελματική τους βιωσιμότητα. Είναι προφανές ότι οι όποιες ρυθμίσεις, βελτιώσεις και τροποποιήσεις αλλά και οι δραστικές πρωτοβουλίες πρέπει να συμβάλλουν και στην αναθέρμανση της αγοράς με στήριξη του μελετητικού δυναμικού στο κέντρο και στην περιφέρεια. Είναι επίσης αυτονόητο ότι η ωρίμανση και η προώθηση και κατασκευή των δημοσίων έργων άπτεται άμεσα της έγκαιρης εκπόνησης αρτίων μελετών.

Η εξέλιξη και απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ 2007-2013 πού η αξιοποίηση του πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα είναι αναγκαίο να επιταχυνθεί άμεσα. Οι εκταμιεύσεις μέχρι πρόσφατα ανέρχονται μόνο στο 3% των συνολικών δεσμευμένων πόρων και το μεγαλύτερο πρόγραμμα «Προσπελασιμότητα» έχει απορροφήσει μόνο το 1,56% των σχετικών δεσμεύσεων. Οι πολύ μεγάλες καθυστερήσεις οφείλονται κυρίως στις πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες, γεγονός πού αποτελεί πραγματικότητα και έχει επισημανθεί εμφαντικά και από την Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής της ΕΕ.

Το θεσμικό πλαίσιο ανάθεσης μελετών δημοσίων έργων στην χώρα μας σηματοδοτήθηκε από την πολύχρονη λειτουργία του Ν.716/1977 και του συναφούς νομοθετικού πλαισίου πού προέβλεψε τα μελετητικά πτυχία για την ανάληψη των μελετών διάφορων κατηγοριών, κώδικα αμοιβών και κριτήρια ανάθεσης την εμπειρία και τον φόρτο των εκπονουμένων μελετών (η άλλως το ανεκτέλεστο των συμβάσεων μελετητικού αντικειμένου). Επίσης προβλέπονταν στοιχεία εντοπιότητας για τις χαμηλότερες τάξεις πτυχίων. Για την προσαρμογή στο κοινοτικό δίκαιο (Κοινοτικές Οδηγίες 1992/50 και τελικά 2004/18) μετά από διαδοχικές προσεγγίσεις θεσπίστηκε ο Ν.3316/2005 ο οποίος εφαρμόζεται σήμερα-δεν έχουν ακόμα εκδοθεί πλείστες εξουσιοδοτικές διατάξεις-ωστόσο η υπόψη προσαρμογή/ενσωμάτωση έγινε αποδεκτή από την ΕΕ και ο νόμος λειτουργεί δημιουργώντας όμως καθυστερήσεις και δυσλειτουργίες που άλλες οφείλονται σε μη ορθή εφαρμογή του και άλλες στην αναγκαιότητα θέσπισης βελτιωτικών τροποποιήσεων.
Πρέπει εδώ να υπογραμμισθεί ότι με βάση το 100 ως μεσοσταθμικό δείκτη προκηρύξεων μελετών της τελευταίας δεκαετίας, το 2007 οι μελέτες που προκηρύχθηκαν έφθασαν στο 90,1 και το 2008 στο 88,7 ενώ η κατάσταση βαίνει επιδεινούμενη. Ακόμα ο χρόνος από την προκήρυξη της μελέτης μέχρι την υπογραφή της σχετικής σύμβασης αγγίζει πολλές φορές τους 12 μήνες, ενώ ό χρόνος έγκρισης των αρχικών σταδίων από τις αναθέτουσες αρχές (περιβαλλοντική μελέτη, αναγνωριστική μελέτη) υπερβαίνει το εξάμηνο παρά τα αντιθέτως αρχικώς προσδιοριζόμενα στα σχετικά χρονοδιαγράμματα.

Κατά την τροποποίηση-βελτίωση του θεσμικού πλαισίου παραγωγής μελετών πρέπει να προσδιορίσει τα ανώτατα επιτρεπόμενα χρονικά πλαίσια ωρίμανσης και έγκρισης των σταδίων μελετών από τις αναθέτουσες αρχές και συνακόλουθα η καταχρηστική υπέρβαση αυτών να επιφέρει ποινές εις βάρος των οργάνων αυτών. Ένα Εθνικό Παρατηρητήριο Δημοσίων Έργων μπορεί να παρακολουθεί μεταξύ άλλων και την αυστηρή εφαρμογή της σχετικής διάταξης ώστε να αποφεύγονται οι άσκοπες καθυστερήσεις στην ομαλή και απρόσκοπτη εξέλιξη του προγράμματος μελετών.

Αναγκαίες βελτιωτικές τροποποιήσεις του υφισταμένου θεσμικού πλαισίου μελετών είναι οι εξής:
• Καθιέρωση Κώδικα Αμοιβών Μελετών Δημοσίων Έργων (καταργήθηκε από τον Ν.3316/2005, ενώ σύμφωνα και με την Κοινοτική Οδηγία 2004/18-παρ.47 στο Προοίμιο και με το Β5-0247/2001 Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχεται η δυνατότητα αυτή και είναι συμβατή με το περί ανταγωνισμού Ευρωπαϊκό Δίκαιο για ορισμένα επαγγέλματα και καθόσον προϋπήρχε σχετική νομοθεσία στο Κράτος-Μέλος).
• Αντικειμενικοποίηση των κριτηρίων ανάθεσης με συνεκτίμηση και του ανεκτέλεστου μελετητικού έργου των υποψηφίων και φυσικά της ικανότητας για άρτια και εμπρόθεσμη εκπόνηση.
• Θέσπιση ειδικών κριτηρίων για την στήριξη των Μικρών και Μεσαίων Μελετητικών Γραφείων (υπάρχει πρόσφατα η κατεύθυνση και πρόβλεψη αυτή από πλευράς ΕΕ στο Small Business Act).
• Ενίσχυση των συντελεστών βαρύτητας και αύξηση του σχετικού οικονομικού ορίου για την γνώση των συνθηκών εντοπιότητας.
• Διασφάλιση της ευρύτατης διαφανούς και ορθολογικής κατανομής του προγράμματος μελετών ώστε να επιτυγχάνεται η ποιοτική και έγκαιρη εκπόνηση των μελετών.
• Συνδρομή του μελετητικού δυναμικού κατά την σύνταξη του φακέλου των έργων από τις αναθέτουσες αρχές.
• Διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των ελληνικών μελετητικών γραφείων και αυτών του εξωτερικού που διαγωνίζονται για την ανάληψη μελετών.
• Κατοχύρωση του ρόλου του Συντονιστή της Μελέτης στις σύνθετες μελέτες και με την πρόβλεψη σχετικής αμοιβής.
• Ενεργοποίηση της δευτεροβάθμιας κρίσης για τις πράξεις αναθέσεων με την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για την λειτουργία της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Ενστάσεων.
• Ανασύνταξη του ΠΔ 696/1974 με την καθιέρωση σύγχρονων τεχνικών προδιαγραφών και απαιτήσεων παραδοτέων μελέτης σε σύνδεση με τον Κώδικα Αμοιβών.

Είναι προφανές ότι η προώθηση υλοποίησης των δημοσίων έργων με το σημαντικό ιδιαίτερο βάρος στην εθνική οικονομία, η απορροφητικότητα στο ΕΣΠΑ 2007-2013 συνδέονται άμεσα με την έγκαιρη εκπόνηση άρτιων μελετών. Και βέβαια πέραν των αναγκαίων θεσμικών παρεμβάσεων απαιτείται η αυξημένη χρηματοδότηση του τομέα από εθνικούς πόρους, αυστηρή παρακολούθηση εφαρμογής του θεσμικού πλαισίου και η επαρκής ποσοτικά και ποιοτικά στελέχωση των αναθετουσών αρχών για την συγκρότηση και εφαρμογή του σχετικού προγραμματισμού.

Είναι αναγκαίο να επισημανθεί για μία ακόμη φορά πως οι τελικές τροποποιήσεις, βελτιώσεις πού θα υιοθετηθούν δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να χρησιμοποιηθούν ως άλλοθι ή δικαιολογία από την αδράνεια γραφειοκρατικών μηχανισμών ώστε να «παγώσει» ακόμα περισσότερο η αγορά, γιατί οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για την εθνική ανάπτυξη.-


Κυριακή, Ιανουαρίου 31, 2010

Επιτακτική η ανάγκη ενός σχεδίου δράσης για τους Ελληνικούς Σιδηροδρόμους.

Οι Ελληνικοί σιδηρόδρομοι είναι ένα από τα πλέον παρεξηγημένα μέσα μεταφοράς στην Ευρώπη. Στη χώρα μας παραδοσιακά επενδύουμε στους οδικούς άξονες παραβλέποντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του σιδηροδρόμου. Τα πλεονεκτήματα αυτού του μέσου, αξιοποιήθηκαν διαχρονικά από τις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες που πολύ γρήγορα κατάλαβαν τη σημασία των Σιδηροδρομικών Μεταφορών για την οικονομική ανάπτυξη της ενδοχώρας και τη διασύνδεση της με ασφαλή, αξιόπιστο και φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο με λιμένες, αεροδρόμια και μεταφορικούς κόμβους.
Σήμερα η ενίσχυση των σιδηροδρόμων αποτελεί βασική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια προσπάθεια για στροφή σε περισσότερο περιβαλλοντικές, μη ρυπογόνες και λιγότερο ενεργοβόρες μεταφορές. Βέβαια, παρά τις προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση οι οδικές μεταφορές αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% των εμπορευματικών μεταφορών της Ένωσης ενώ οι σιδηροδρομικές λιγότερο από 10%. Αυτό προκαλεί επιβάρυνση του μεταφορικού κόστους σε κατανάλωση ενέργειας, ρύπανση του περιβάλλοντος, και απώλειες ανθρώπινων ζωών.
Το ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο είναι απαρχαιομένο, επικίνδυνο σε ορισμένες περιπτώσεις και με χαμηλές λειτουργικές επιδόσεις. Η χώρα έχει ανάγκη από ένα σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο, διαρκώς επεκτεινόμενο το οποίο θα καλύπτει όλο και περισσότερο και κατά τον βέλτιστο τρόπο τις εμπορευματικές και επιβατικές μεταφορικές ανάγκες. Η εγκατάλειψη υφιστάμενων περιφερειακών δικτύων, επειδή σήμερα δεν είναι ανταγωνιστικά, συνιστά πλήγμα για την αναπτυξιακή προσπάθεια και ταυτόχρονα έμμεση, πλην, όμως, σαφέστατη εμμονή στην πριμοδότηση των ρυπογόνων και ενεργοβόρων οδικών μεταφορών. Πρόκειται για μια πολιτική που βρίσκεται σε εκ διαμέτρου αντίθετη κατεύθυνση από τις βασικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για αειφόρο ανάπτυξη και ενίσχυση των πράσινων μεταφορών.
Είναι πανθομολογούμενο ότι η χώρα μας αντιμετωπίζει μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας της. Πάνω σε αυτό το θέμα έχουν γίνει πολλές συζητήσεις, και πλέον στην παρούσα φάση σημασία δεν έχει η καταγραφή και η ανάλυση των αιτιών αλλά η εξεύρεση των πολιτικών που θα μας οδηγήσουν μακριά από τα διαφαινόμενα αδιέξοδα. Όπως επισημάνθηκε και στην προηγούμενη ανάρτηση η κρίση αντιμετωπίζεται με την ανάπτυξη και η ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω ενός σχεδιασμού ευρύτερου πλέγματος πολιτικών που θα οδηγήσουν στην υλοποίηση σημαντικών έργων υποδομής. Επιθυμούμε έργα υποδομής που αφενός θα τονώσουν εκ των πραγμάτων την αγορά σε όλους τους τομείς και ταυτόχρονα θα χαρακτηρίζονται από το όραμα για την αναβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης και τη βελτίωση του περιβάλλοντος.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου στην Πελοπόννησο, καθώς και η επέκταση του σε περιοχές που έως σήμερα είναι συγκοινωνιακά υποβαθμισμένες με την κατασκευή του Δυτικού Άξονα (Ηγουμενίτσα – Ιωάννινα – Αντίρριο/Ρίο – Καλαμάτα) και της Σιδηροδρομικής Εγνατίας (Ηγουμενίτσα – Ιωάννινα – Καλαμπάκα – Κοζάνη).
Ο σιδηρόδρομος μπορεί να αποτελέσει βασικό αναπτυξιακό εργαλείο για την εθνική οικονομία, το οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να εκχωρηθεί στην ιδιωτική κερδοσκοπία, αντίθετα θα πρέπει να ενισχυθεί ο δημόσιος και κοινωνικός του χαρακτήρας ταυτόχρονα με τη ανάπτυξη της εμπορικής του δυναμικής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως το Βέλγιο, η Δανία και η Γαλλία υπήρχαν σωρευμένα σημαντικά ελλείμματα αλλά σε καμιά περίπτωση, οι κυβερνήσεις τους δεν σκέφτηκαν να απαξιώσουν και στη συνέχεια να ιδιωτικοποιήσουν τους σιδηροδρόμους, τους οποίους και θεωρούν αδιαμφισβήτητη βασική εθνική υποδομή.
Το ΤΕΕ, αναγνωρίζει και επισημαίνει τη διαχρονική ευθύνη της ελληνικής πολιτείας απέναντι στον ΟΣΕ, που σώρευσε στον οργανισμό οργανωτικές και λειτουργικές στρεβλώσεις και τεράστια οικονομικά ελλείμματα, οδηγώντας τον σιδηρόδρομο σε απαξίωση με συνέπειες ιδιαίτερα επιζήμιες για την εθνική οικονομία, την ανάπτυξη της χώρας, την κοινωνία, καθώς και τους εργαζόμενους.
Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν:
Από το 1999 έως και το 2007, για να υλοποιηθεί το επενδυτικό πρόγραμμα και μόνο, ο ΟΣΕ υποχρεώθηκε να προχωρήσει σε τραπεζικό δανεισμό ύψους περίπου 2,5 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στη συνολική χρηματοδότηση των επενδύσεων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κατά την ίδια περίοδο.
Ενώ κάθε χρόνο για τη συντήρηση συρμών και δικτύου απαιτούνται δαπάνες περίπου 90-100 εκατ. ευρώ, οι οποίες, εξασφαλίζονται, επίσης, με τραπεζικό δανεισμό, που προστίθεται στο σωρευτικό οικονομικό έλλειμμα του οργανισμού.
Στο πρόσφατο παρελθόν διακόπηκαν 57 δρομολόγια τρένων ημερησίως, ακόμη και στη βασική γραμμή Αθήνας – Θεσσαλονίκης, στην οποία η ζήτηση ξεπερνά κατά κανόνα την προσφορά. Βεβαίως, τα περισσότερα δρομολόγια αφορούν το περιφερειακό δίκτυο, αποδεικνύοντας ότι στόχος ήταν η απαξίωσή του στη συνείδηση των πολιτών.
Στη διακοπή των δρομολογίων αυτών οδήγησαν οι ελλείψεις σε τροχαίο υλικό (καθυστέρηση προμηθειών, απουσία συστηματικής και επαρκούς χρηματοδότησης, συντήρησης κλπ.), αλλά και η άποψη ότι πολλά από αυτά ήταν ζημιογόνα, ενώ δεν είχε γίνει προηγουμένως καμιά προσπάθεια για εμπορική ανάδειξή τους.
Συστηματικά και σχεδόν καθ’ όλη την προηγούμενη δεκαετία ο ΟΣΕ διατηρεί εξαιρετικά χαμηλά τα κόμιστρα, κάτω και από το λειτουργικό κόστος, για λόγους κοινωνικής πολιτικής, που, τελικά, ως αποτέλεσμα είχε την επιβάρυνση του οργανισμού με πρόσθετα τραπεζικά δάνεια για κάλυψη του ελλείμματος από τη λειτουργία. Με απόφαση προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας αυξήθηκαν τα κόμιστρα, τα οποία όμως εξακολουθούν να βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.
Ενδεικτικό είναι ότι ο ασφαλέστερος, σαφώς πιο άνετος και σε ορισμένες περιπτώσεις πιο γρήγορος σιδηρόδρομος, εισπράττει σε όλες τις περιπτώσεις χαμηλότερο κόμιστρο από αυτό της αντίστοιχης γραμμής ΚΤΕΛ.
Επίσης συστηματικά, όλα τα προηγούμενα χρόνια, δημιουργήθηκε έλλειμμα προσωπικού, κυρίως σε ό,τι αφορά την επιχειρησιακή ετοιμότητα και λειτουργία του σιδηροδρόμου, με προφανή ζημία του οργανισμού. Χαρακτηριστικό είναι ότι έναντι 339 προβλεπόμενων θέσεων μηχανικών στα νευραλγικά τμήματα του ομίλου (μηχανικοί γραμμής, έλξης και εκμετάλλευσης), ο Οργανισμός διαθέτει μόλις 124.
Επομένως οποιαδήποτε προσπάθεια αντιμετώπισης των οικονομικών προβλημάτων με τεχνάσματα εθελουσίας εξόδου είτε στον ΟΣΕ είτε σε αντίστοιχες περιπτώσεις που βρίσκονται στην επικαιρότητα μας βρίσκουν διαμετρικά αντίθετους αφού εκτός των άλλων διογκώνουν και το μεγάλο πρόβλημα των ασφαλιστικών ταμείων.
Από το 2005 και έως σήμερα, έγιναν συνεχείς αλλαγές στη διάρθρωση, τον αριθμό και την ιδιοκτησία των θυγατρικών του ΟΣΕ αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα αποκλειστικά ως οργανωτικό. Ταυτόχρονα τα έσοδα συνεχώς μειώνονται, οι εταιρείες είναι σε μόνιμη αναδιοργάνωση με συνεχείς αλλαγές διοικήσεων και με ανακύκλωση των υπαλλήλων. Η εξυπηρέτηση του κοινού και η ποιότητα των υπηρεσιών είναι σε χαμηλά επίπεδα. Τα έργα δεν ολοκληρώνονται.
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη να καταρτιστεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα βγάλει τον ελληνικό σιδηρόδρομο από το σημερινό τέλμα, ένα σχέδιο που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα αλλά και τη συνέχειά του με θάρρος και όχι επιφανειακά τεχνάσματα που εξυπηρετούν επικοινωνιακούς λόγους.
Ένα σχέδιο που θα τον αντιμετωπίζει τελικά ως το βασικό μέσο περιβαλλοντικής, γρήγορης, αξιόπιστης και ασφαλούς διασύνδεσης των μεγάλων αστικών κέντρων με την περιφέρεια, ως μοχλό ανάπτυξης των μικρότερων πόλεων όπως γίνονταν στο παρελθόν που ο σιδηροδρομικός σταθμός αποτελούσε το κεντρικό εμπορικό σημείο μιας πόλης. Γύρω από τα υψηλής αισθητικής κτίρια που τους στέγαζαν (και τα οποία διασώζονται σήμερα) αναπτύσσονταν κάθε λογής εμπορικές δραστηριότητες και ουσιαστικά τα συγκοινωνιακά δίκτυα ξεκινούσαν και κατέληγαν εκεί.
Το συνολικό αυτό σχέδιο θα πρέπει να σεβαστεί την ιστορία και τη διαχρονική προσφορά του ελληνικού σιδηρόδρομου στον πολίτη-χρήστη, στην οικονομία και στο περιβάλλον, απέναντι στην αδιαμφισβήτητη ‘βασιλεία’ των οδικών μεταφορών.


Πέμπτη, Ιανουαρίου 14, 2010

Πολιτικές ανάπτυξης και αναβάθμισης του Κέντρου της Αθήνας

Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη κρίση από τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Στο επίκεντρο της η οικονομία: τα μεγάλα ελλείμματα του κράτους, το αυξημένο κόστος δανεισμού, η γενικευμένη ύφεση, η μειωμένη ανταγωνιστικότητα, η ωρολογιακή βόμβα του ασφαλιστικού για να αναφέρουμε μόνο μερικά από αυτά που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης.

Η κρίση αυτή αγγίζει όλους τους τομείς και όλες τις εκφάνσεις του επαγγέλματος του μηχανικού στη χώρα μας και δυστυχώς δεν οφείλεται αποκλειστικά, όπως κάποιοι τα τελευταία χρόνια προσπαθούν να μας πείσουν, στη παγκόσμια οικονομική κρίση (οπότε θα ήταν μελλοντικά ευκολότερα αναστρέψιμη), αλλά κυρίως στις λανθασμένες επιλογές αυτών που τα προηγούμενα έξι χρόνια διοικούσαν το κράτος οδηγώντας το στο χείλος του γκρεμού.

Η κρίση αυτής της μορφής μπορεί αποτελεσματικότερα να αντιμετωπιστεί δίνοντας ώθηση στην ανάπτυξη και ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω σχεδιασμού ενός ευρύτερου πλέγματος πολιτικών που θα οδηγήσει στην υλοποίηση σημαντικών έργων υποδομής αλλά και θα ενισχύσει γενικότερα τον κατασκευαστικό κλάδο ο οποίος αποτελεί παραδοσιακά κινητήριο δύναμη της οικονομίας αφού παράγει κεφάλαιο και εργασία με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.

Προσβλέπουμε σε έργα υποδομής που αφενός θα τονώσουν την οικονομική δραστηριότητα αλλά ταυτόχρονα θα υπηρετούν πολιτικές για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής και τη βελτίωση και προστασία του περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό εκτός από την υλοποίηση μεγάλων έργων υποδομής φιλικών προς το περιβάλλον όπως ο σιδηρόδρομος ή το μετρό Αθήνας και Θεσσαλονίκης είναι απαραίτητο να αναζητηθούν πολιτικές οι οποίες θα βελτιώσουν την καθημερινότητα του πολίτη. Οι πολιτικές αυτές θα μπορούσαν να επικεντρωθούν σε πρώτη φάση στην πρωτεύουσα με σκοπό τη βελτίωση των απαράδεκτων συνθηκών διαβίωσης που επικρατούν σε πολλές περιοχές της.

Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι διττά αφού προωθώντας αναπλάσεις μικρής και μεγάλης κλίμακας οι οποίες θα δώσουν πνοή και ένα περισσότερο περιβαλλοντικό χαρακτήρα στην πόλη θα τονωθεί ταυτόχρονα η οικοδομική δραστηριότητα που βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και βάλλεται συνεχώς. Οι «περιβαλλοντικές αναπλάσεις» και οι «περιβαλλοντικές απαλλοτριώσεις» είναι το μεγάλο στοίχημα της επόμενης δεκαετίας για την Αθήνα και προϋποθέτουν βέβαια τη δημιουργία ενός περιβαλλοντικού ΓΟΚ (Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού) που θα επιτρέπει κάτι τέτοιο.

Ήδη χάσαμε μια μεγάλη ευκαιρία για την Αθήνα. Στους Ολυμπιακούς του 2004 είχαμε καταφέρει να «φτιάξουμε» μια πόλη πρότυπο. Πέρα από τα Ολυμπιακά έργα των οποίων οι σημερινές χρήσεις είναι ένα άλλο τεράστιο κεφάλαιο, το κέντρο της πόλης ήταν υποδειγματικό. Το 2004 θα μπορούσε να είναι το όχημα για περαιτέρω βελτιώσεις. Αντίθετα όχι μόνο δε διατηρήσαμε αυτά τα επίπεδα αλλά εγκαταλείψαμε κάθε προσπάθεια κι αν εξαιρέσουμε τις συγκοινωνίες (μετρό, μη ρυπογόνα τρόλεϊ και λεωφορεία) και τα οδικά δίκτυα, δεν μας έμεινε σχεδόν καμιά άλλη κληρονομιά. Η συμβολή του τεχνικού κόσμου της χώρας στην πραγματοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας ήταν και είναι ανεκτίμητη. Η διεξαγωγή τους δεν θα ήταν εφικτή χωρίς το όραμα και την σπουδαία προσπάθεια των Ελλήνων Μηχανικών προσπάθεια που δημιούργησε έστω και βραχυπρόθεσμα συνθήκες ανάπτυξης και ευημερίας για τη χώρα. Σήμερα όμως, σημασία δεν έχει απλώς η καταγραφή των αρνητικών δεδομένων αλλά παίρνοντας μαθήματα από την κακοδιαχείρηση της Ολυμπιακής κληρονομιάς, να εξετάσουμε την περίπτωση σαν παράδειγμα προς αποφυγή και να εργαστούμε για το μέλλον.

Τα βασικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την εγκατάλειψη και στη συνέχεια απαξίωση των γειτονιών της Αθήνας μπορούν επιγραμματικά να συνοψιστούν στα εξής:
- Έλλειψη ελεύθερων χώρων και χώρων πρασίνου που θα δώσουν μια διαφορετική εικόνα στην πόλη και θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής.
- Έλλειψη επικαιροποιημένου γενικού πολεοδομικού σχεδιασμού.
- Γκετοποίηση με μετανάστες να στοιβάζονται σε εγκαταλελειμμένα σπίτια και γειτονιές που αφού δεν έχουν κατοικίες ερημώνονται, με αποτέλεσμα να ανθεί η εγκληματικότητα.
- Μη συντήρηση των υποδομών (βρώμικα και κατεστραμμένα πεζοδρόμια και πλατείες, εγκαταλελειμμένοι χώροι πρασίνου που δημιουργούν εστίες μόλυνσης).
- Εγκατάλειψη δημόσιων κτιρίων (βρώμικες προσόψεις, καταλήψεις κ.α.).
- Υποβάθμιση, μείωση της αξίας ιδιοκτησιών με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη κατοικιών και κατ’ επέκταση τη δραματική μείωση των τιμών.

Eίναι χαρακτηριστικό ότι στο Mεταξουργείο υπάρχουν παλαιά σπίτια από 800 ευρώ/τ.μ., το ίδιο και στα Πατήσια και στην πλατεία Bικτωρίας, ενώ, σύμφωνα με τελευταία έρευνα, οι κατώτερες τιμές συναντώνται στην πλατεία Aμερικής και στην πλατεία Aττικής με 700-800 ευρώ/τ.μ.
Στον Άγιο Παντελεήμονα τα μεταχειρισμένα διαμερίσματα αγοράζονται κυρίως από αλλοδαπούς κάτω από 1.000 ευρώ/τ.μ., ενώ σε Kολωνό και Σταθμό Λαρίσης οι τιμές κυμαίνονται από 800 έως 1.200 ευρώ/τ.μ.


Προκειμένου να εξαλειφθούν τα φαινόμενα αυτά το πρώτο που πρέπει να αλλάξει είναι η αντίληψή μας. Το να «ζεις καλά στην πόλη» δεν είναι ατομική υπόθεση είναι και υπόθεση συλλογική και σίγουρα της πολιτείας. Αφορά, πρωτίστως στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην παροχή δημόσιων αγαθών (υποδομές εκπαίδευσης και υγείας, ασφάλεια, συγκοινωνίες, ποιότητα περιβάλλοντος, πολιτισμός, αναψυχή κλπ).

Οι προοδευτικοί πολίτες, που εργαζόμαστε ή/και κατοικούμε στην Αθήνα και ως μηχανικοί με εξειδικευμένη γνώση, οφείλουμε να υποχρεώσουμε το κράτος να λειτουργήσει σε όφελος της πόλης. Οφείλουμε να προκαλέσουμε έναν ευρύτατο κοινωνικό διάλογο, για το πώς θέλουμε να είναι η Αθήνα, για τις λύσεις που θα συμβάλουν ώστε αυτό να επιτευχθεί και για το πώς θα επιμερισθούν τα κόστη και οι ωφέλειες. Οι βελτιωτικές παρεμβάσεις και η πιο ‘οραματική’ άποψη για το σχεδιασμό της πόλης του αύριο δεν είναι απαραίτητα δύο ασύμβατες μεταξύ τους πρακτικές.

Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας μελετά και επεξεργάζεται προτάσεις από τις οποίες θα προκύψουν τεχνικές λύσεις και διαδικασίες για την αναβάθμιση του κέντρου της Αθήνας. Ο στόχος δεν είναι η διαβούλευση χωρίς τέρμα αλλά η υιοθέτηση πολύ συγκεκριμένων υλοποιήσιμων προτάσεων και η κατάθεσή τους στα αρμόδια όργανα της πολιτείας.

Οι πρώτες σκέψεις κινούνται στους παρακάτω άξονες:

«Περιβαλλοντική απαλλοτρίωση»: Ένα μέτρο που μπορεί να βοηθήσει στην ‘επαναδημιουργία’ της πόλης, στην αλλαγή χρήσεων στο κέντρο, με σημαντικά οφέλη για την προστασία του περιβάλλοντος και την αναπτυξιακή δραστηριότητα. Η πρόταση συνίσταται στην απελευθέρωση χώρων στην Αθήνα με την αντικατάσταση ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων που αποτελούνται από ξεπερασμένα αντιαισθητικά, αντιλειτουργικά, κι ενεργοβόρα κτήρια στη θέση των οποίων θα κατασκευαστεί ένα και μοναδικό νεόδμητο βιοκλιματικό κτίριο, ψηλότερο από τα σημερινά με εξασφάλιση ελεύθερων χώρων και θέσεων στάθμευσης. Μία λύση που αποδεδειγμένα θα συμβάλλει και στην αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η ιδέα θα μπορούσε να επεκταθεί και σε «απόσυρση» μεμονωμένων κτιρίων (δίνοντας κίνητρα στους ιδιοκτήτες), που κατασκευάστηκαν μαζικά με εντελώς λάθος τρόπο τις δεκαετίες του 60 και του 70 και επιβάρυναν την εικόνα και τη λειτουργικότητα της πόλης.

«Αξιοποίηση των ακινήτων του δημοσίου»: Με παρεμβάσεις στα ακίνητα του Δημοσίου μπορούμε να αλλάξουμε την εικόνα της Αθήνας. Οι πόλεις διεθνώς χαρακτηρίζονται από τα δημόσια κτίρια τους που αποτελούν σημαντικούς πόλους έλξης. Το ελληνικό δημόσιο (Υπουργεία, Ασφαλιστικά Ταμεία κ.α.) διαθέτει ένα σημαντικό κτιριακό απόθεμα ικανό να αποτελέσει μοχλό αναζωογόνησης της πόλης. Ο επανασχεδιασμός των δημόσιων κτιρίων με σκοπό τη στέγαση δημόσιων λειτουργιών μπορεί να αλλάξει τη μορφή ολόκληρων γειτονιών στην Αθήνα. Περιοχές όπως το Μεταξουργείο – Πλατεία Καραϊσκάκη, Πλατεία Αττικής, Αθηνάς, έχουν ανάγκη από χρήσεις που δεν θα περιορίζονται σε τραπεζοκαθίσματα και βραδινή διασκέδαση. Χρειάζεται να εμπλουτιστούν με λειτουργίες εξυπηρέτησης των πολιτών μέσα σε κτίρια που πληρούν τις αρχές του βιοκλιματικού σχεδιασμού και της πράσινης ανάπτυξης σχετικά και με την ενεργειακή κατανάλωση. Το ελληνικό δημόσιο μπορεί και πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που σχεδιάζουμε και οικοδομούμε επενδύοντας στα δημόσια ακίνητα και αλλάζοντας έτσι τη μορφή της πόλης.

«Προστασία και ανάδειξη νεοκλασικών και ιστορικών κτηρίων»: Δυστυχώς το κέντρο της Αθήνας καταστράφηκε, αισθητικά και όχι μόνο, τις δεκαετίες της έξαρσης της αντιπαροχής με τις αλόγιστες κατεδαφίσεις ιστορικών και νεοκλασικών κτιρίων και τη δημιουργία στη θέση τους νέων που δεν πληρούν τις σύγχρονες προδιαγραφές και αποτελούν πολλές φορές κακόσχημες ‘παραφωνίες’. Είναι απαραίτητο να σωθούν και να αναδειχθούν τα εναπομείναντα κτίρια που σηματοδοτούν περιόδους σημαντικής αρχιτεκτονικής για τη χώρα μας. Ακόμα και οι πρώτες πολυκατοικίες του μεσοπολέμου ή των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων μπορούν να ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία αφού αποτελούν δείγμα υψηλής αρχιτεκτονικής και δεν έχουν καμία σχέση με την κακογουστιά και τη μαζική κακοτεχνία που σάρωσε στη συνέχεια την Αθήνα και ολόκληρη τη χώρα.

Τέλος και πέρα από τις όποιες προτάσεις μπορεί να διατυπώσει κανείς για να συμβάλλει στην επίλυση του προβλήματος, χρειάζεται να δράσουμε: Να απαιτήσουμε να γίνει πιο εύκολη η ζωή όσων κατοίκων έχουν απομείνει και όσων δυνητικά θα επιστρέψουν, από τις κυκλοφοριακές ρυθμίσεις μέχρι τα σχολεία και την ασφάλεια. Να δοθούν κίνητρα ώστε να κατοικηθούν και πάλι οι υποβαθμισμένες γειτονιές. Χρειάζεται να αναλάβουμε πρωτοβουλίες για την ανάπλαση και αναβάθμιση του κέντρου. Στο ερώτημα «τι Κέντρο θέλουμε», να δώσουμε απαντήσεις, και αυτό που η κοινωνία οραματίστηκε, η κοινωνία να το υλοποιήσει. Θεωρώ ότι στις μαύρες τρύπες της Αθήνας, μπορεί να κριθεί συνολικά και σε εθνικό επίπεδο η ικανότητά μας να παρέμβουμε βελτιώνοντας τους χώρους που ζούμε με μικρές ή μεγαλύτερες παρεμβάσεις αλλά και αλλάζοντάς τους ριζικά όπου αυτό είναι απαραίτητο.


Τρίτη, Ιανουαρίου 12, 2010

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

Με τις ευχές για ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ & ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟ 2010, με ΥΓΕΙΑ και ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ για όλους, ας ελπίσουμε σε μια αισιόδοξη προοπτική για τη χώρα και το επάγγελμά μας.

Συμμεριζόμενος τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς μας, θεωρώ ότι τα κρίσιμα θέματα που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε το 2010, με συντονισμένη προσπάθεια και δράση στους φορείς μας, είναι:

1. Η ανάγκη υποστήριξης των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρών και μεσαίων τεχνικών επιχειρήσεων πού δοκιμάζονται καθημερινά από τη σημαντική ύφεση της οικοδομικής δραστηριότητας. Οι θεσμικές και γραφειοκρατικές εκκρεμότητες και καθυστερήσεις, καθώς και οι επιπόλαιες και βιαστικές αλλαγές του θεσμικού πλαισίου τα τελευταία χρόνια, έχουν δημιουργήσει σύγχυση και έχουν «παγώσει» την αγορά διογκώνοντας τις επιπτώσεις της γενικότερης οικονομικής κρίσης.

2. Η στήριξη του μελετητικού και εργοληπτικού δυναμικού πού ασχολείται με τα δημόσια έργα και βιώνει σήμερα δραματικά τις συνθήκες της κρίσης και τις διαχρονικές θεσμικές ανεπάρκειες και παλινδρομήσεις. Εδώ, απαιτείται η επανεκκίνηση των διαδικασιών χρηματοδότησης, η λειτουργία των χρηματοδοτικών μηχανισμών του ΕΣΠΑ, η αύξηση και η επιτάχυνση των δημόσιων επενδύσεων και η αποτελεσματική κινητοποίηση των αρμοδίων υπηρεσιών και οργανισμών του δημοσίου και των αναθετουσών αρχών. Οι βελτιωτικές και τροποποιητικές παρεμβάσεις του θεσμικού πλαισίου παραγωγής των έργων, δεν πρέπει να αποτελέσουν λόγο ή άλλοθι για να «παγώσει» η αγορά ακόμα περισσότερο με γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και αγκυλώσεις προσαρμογής.

3. Είναι αδιανόητο να κατηγορούνται οι Έλληνες Μηχανικοί, οι κύριοι συντελεστές της ανάπτυξης και του δομικού/κατασκευαστικού πλούτου της χώρας, ως πιθανοί φοροφυγάδες, όταν και οι αμοιβές τους δηλώνονται υποχρεωτικά και φορολογούνται αντικειμενικά. Είναι προφανές ότι η φοροδιαφυγή πρέπει αντιμετωπισθεί αλλού, στα εισοδήματα που δεν δηλώνονται σε άλλους χώρους και τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και της παραοικονομίας, γνωστούς σε όλους. Οι Μηχανικοί ήδη με αντικειμενικό και διαφανές σύστημα συμβάλλουν και ενισχύουν τα φορολογικά έσοδα.

4. Τό ΤΣΜΕΔΕ είναι το πιο υγιές (από πλευράς οικονομικών μεγεθών) ταμείο, χωρίς να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και μπορεί να λειτουργεί με ανεξάρτητη δομή αλλά επιβάλλεται να βελτιώσει επιτέλους τις παρεχώμενες υπηρεσίες στους ασφαλισμένους του. Είναι απαράδεκτο να επιχειρούνται αμφίβολα σχέδια ενοποιήσεων με επίκληση αβέβαιων και άδηλων αναλογιστικών συμπερασμάτων πού εισάγουν καταφανή κοινωνική αδικία για τον κλάδο των Μηχανικών πού υποχρεωτικά ασφαλίζεται στο Ταμείο με βάση την επαγγελματική του ιδιότητα ήδη από κτήσεως επαγγελματικής αδείας.

5.Για τις «γενικόλογες» και «παραπλανητικές» προσεγγίσεις περί του επαγγέλματος του Μηχανικού ως «κλειστού επαγγέλματος» έχει αναλυτικά τεκμηριωθεί σε πρόσφατη ανάρτηση γιατί το Επάγγελμα του Μηχανικού δεν είναι «κλειστό» και μάλιστα και κατά το κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού. Θεωρώ με βεβαιότητα ότι η διασπορά τέτοιων νεολογισμών γίνεται είτε από άγνοια και ανεπάρκεια μαζί είτε από προφανή σκοπιμότητα πού συνειδητά υπονομεύει την παραγωγική και αναπτυξιακή βάση της χώρας.

6. Τα θέματα της Ανώτατης Τεχνικής Εκπαίδευσης και τα συνακόλουθα σχετιζόμενα ζητήματα επαγγελματικών τίτλων και επαγγελματικής αναγνώρισης είναι στην πρώτη προτεραιότητα των παρεμβάσεων μας. Η ενσωμάτωση της Κοινοτικής Οδηγίας 2005/36 στο εθνικό δίκαιο είναι επί θύραις καθώς επίσης και η έναρξη διαβούλευσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την τροποποίηση της Οδηγίας αυτής το 2012, πρόκειται επίσης να ξεκινήσει από το 2010. Οι επεξεργασμένες απόψεις του ΤΕΕ, των κλαδικών συλλόγων και της πανεπιστημιακής κοινότητας των ελληνικών Πολυτεχνείων είναι γνωστές. Η Ελληνική Πολιτεία πρέπει να τις αποδεχθεί και να τις ενσωματώσει σε θεσμικές ρυθμίσεις.

Εδώ πρέπει βεβαίως να τονιστεί ότι οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Υπουργού Παιδείας Άννας Διαμαντοπούλου για το νέο καθεστώς λειτουργίας των κολλεγίων βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση και βάζουν τα πράγματα στη θέση τους.

Είναι απαραίτητο να επισημανθεί για άλλη μία φορά ότι οι θέσεις που εκφράζονται από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας στα θέματα Ανώτατης Τεχνικής Εκπαίδευσης και Επαγγελματικής Αναγνώρισης δεν είναι συντεχνιακές αλλά υπαγορεύονται από την προστασία και διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και της ασφάλειας και ποιότητας ζωής των πολιτών, σύμφωνα με τις πάγιες αξιακές μας τοποθετήσεις αλλά και τις επιβεβαιωμένες διεθνείς τάσεις στα θέματα αυτά σε όλο τον κόσμο.

Βεβαίως για όλα τα παραπάνω θέματα είναι απαραίτητη η βούληση και οι θεσμικές, διαδικαστικές και λειτουργικές πρωτοβουλίες της Ελληνικής Πολιτείας και φυσικά η συνεχής επαγρύπνηση, παρέμβαση και δραστηριοποίηση των φορέων και όλων μας.