Παρασκευή, Ιουλίου 24, 2009

Σχέδιο Νόμου για την Ανώτατη Εκπαίδευση

Αποτελεί κεφαλαιώδους σημασίας για το συμφέρον της κοινωνίας η διασφάλιση των διακριτών ρόλων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Αυτό που απαιτείται είναι η από κοινού αναβάθμισή τους.
Τα Πανεπιστήμια έχουν ως στόχο την επιστημονική έρευνα με την παραγωγή νέας γνώσης και την εκπαίδευση επιστημόνων. Τα ΤΕΙ έχουν ως στόχο την εκπαίδευση τεχνολόγων και τεχνιτών. Με το ν.δ. 652/27.8.70 ιδρύονται τα Κέντρα Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαιδεύσεως (ΚΑΤΕ) ως Συγκροτήματα Δημοσίων Σχολών με σκοπό την εκπαίδευση τεχνικών στελεχών ανώτερου επιπέδου, ενδιάμεσης δηλαδή βαθμίδας μεταξύ της Ανώτατης Επιστημονικής και της Μέσης Τεχνικής.
Η ίδρυση των ΚΑΤΕ ανταποκρινόταν σε μια πραγματική ανάγκη εξορθολογισμού της τεχνικής παραγωγικής πυραμίδας της χώρας. Στην πορεία όμως των 39 χρόνων που πέρασαν από τότε μέχρι σήμερα η λογική της συγκεκριμένης πρόβλεψης ακυρώθηκε στην πράξη, καθώς τα ΚΑΤΕ από ενδιάμεση βαθμίδα μετεξελίχθηκαν σε ΑΕΙ και, όπως προβλέπει το παρόν νομοσχέδιο, πρόκειται να εξισωθούν με Πανεπιστήμια.

Εάν τα Πανεπιστήμια ταυτιστούν με τα ΤΕΙ, τότε αμέσως θα δημιουργηθεί ένα κενό στην τεχνολογική εκπαίδευση, το οποίο θα καλυφθεί με τη δημιουργία νέων ΤΕΙ ή από ιδιωτικά «μορφώματα».

Οι δυσκολίες ένταξης των νέων πτυχιούχων είναι όχι μόνο μακροοικονομικής, αλλά και διαρθρωτικής φύσης. Έχουν δηλαδή να κάνουν με τη διαρθρωτική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να δημιουργήσει θέσεις εργασίας για εργατικό δυναμικό υψηλής εκπαίδευσης στο ρυθμό εκείνο που απαιτείται για να απορροφήσει τους πτυχιούχους που εξέρχονται κάθε χρόνο από τα Πανεπιστήμια της Χώρας, μαζί με αυτούς που αποκτούν πτυχία από Πανεπιστήμια του εξωτερικού και επιστρέφουν στην Ελλάδα αναζητώντας δουλειά. Η αναντιστοιχία αυτή βρίσκεται στον αντίποδα της κυρίαρχης σήμερα ερμηνείας των δυσκολιών επαγγελματικής ένταξης των πτυχιούχων, η οποία αποδίδει τις τελευταίες στην αδυναμία του Πανεπιστημίου να παρέχει τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες που έχει ανάγκη η Οικονομία.

Το ουσιώδες πρόβλημα είναι συνεπώς η αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να απορροφά και να αξιοποιεί το επιστημονικό της δυναμικό. Ο λόγος που η Πολιτεία «παίζει» με τα επαγγελματικά δικαιώματα είναι για να αποκρύψει την πάγια αδυναμία διαρθρωτικής και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πραγματικών προβλημάτων.
Παράλληλα αξιοποιεί και καλλιεργεί τις εντάσεις που μοιραία υποβόσκουν, όταν ένα τόσο ευαίσθητο θέμα δεν αντιμετωπίζεται με ορθολογισμό. Το ίδιο συνέβη -για παράδειγμα - όταν η Κυβέρνηση εισήγαγε στη Βουλή το νομοσχέδιο για τα κολέγια.


Η «πανεπιστημιοποίηση» των ΤΕΙ είναι ξεκάθαρα και μόνο εικονική. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά όταν παρέχονται τα πάντα πλην της αναγκαίας χρηματοδότησης, η οποία υποτίθεται πως θα καλυφθεί από τη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα. Στην πραγματικότητα, το μόνο που θα γίνει είναι να συντάσσουν (και) τα ΤΕΙ μελέτες εκτοπίζοντας – χωρίς να καλύπτουν στην πράξη τις απαραίτητες προϋποθέσεις - το ισχυρό ελληνικό μελετητικό δυναμικό, που δίνει σήμερα μια κρίσιμη μάχη επιβίωσης.

Η θεσμοθέτηση της δυνατότητας συνεργασίας (άρθρο 19) αποκλειστικά μεταξύ Πανεπιστημίων και ΤΕΙ χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό καθιστά διάτρητα τα διπλώματα των Πολυτεχνείων πενταετών σπουδών. Φαίνεται ξεκάθαρα η έμμεση επιβολή δύο κύκλων σπουδών στην ίδια ειδικότητα. Όμως και αυτή η στόχευση έρχεται ετεροχρονισμένα. Η τάση για μείωση των ετών σπουδών των πολυτεχνικών σχολών και ύπαρξη δύο κύκλων σπουδών έχει παγκόσμια αντιστραφεί.

Η επικίνδυνη ρύθμιση ολοκληρώνεται με το άρθρο 18 που θεσμοθετεί τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων νεοϊδρυόμενων τμημάτων ΤΕΙ με το Π.Δ. ίδρυσης του τμήματος, ενώ τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων των ήδη υφισταμένων τμημάτων ρυθμίζονται με Π.Δ. που εκδίδει το ΥΠΕΠΘ με μονομερή εισήγηση του ΣΑΤΕ.

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το ενιαίο πλαίσιο πρόσβασης σε επαγγελματικές δραστηριότητες όλων των διπλωματούχων Μηχανικών, πτυχιούχων ΤΕΙ και άλλων βαθμίδων της Τεχνικής Εκπαίδευσης, βάση προσόντων και κυρίως με διαβάθμιση τεχνικής ευθύνης. Με βάση αυτό το ενιαίο πλαίσιο, όπου το ανώτατο επίπεδο τεχνικής ευθύνης φέρουν οι διπλωματούχοι μηχανικοί, κατοχυρώνεται η ποιότητα, ασφάλεια, αξιοπιστία έργων, προϊόντων και διεργασιών.

Δεν μπορεί ο Υπουργός Παιδείας να έχει εξαγγείλει διάλογο από μηδενική βάση για την παιδεία, να σχεδιάζεται ενιαία το εθνικό πλαίσιο προσόντων και να ρυθμίζονται τα επαγγελματικά δικαιώματα των μηχανικών από τα παραγωγικά υπουργεία με ευθύνη του ΥΠΕΧΩΔΕ και παράλληλα να προωθούνται τέτοιου είδους ρυθμίσεις.


Δεν υπάρχουν σχόλια: